- ιχθυάλμη
- η рассол для засолки рыбы
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ιχθυάλμη — η διάλυμα άλατος σε νερό για τη διατήρηση ψαριών, σαλαμούρα ή γαύρος … Dictionary of Greek